Γουίλκινς, Τζορτζ Χάμπερτ — (George Humbert Wilkins, Μοντ Μπράιαν Ιστ 1888 – Φλάμλινγκαμ, Μασαχουσέτη 1958). Αυστραλός εξερευνητής. Ο Γ., όπως και ο ναύαρχος Μπερντ, εκμεταλλεύτηκε κατά τον καλύτερο τρόπο όλες τις τεχνολογικές προόδους, ανοίγοντας ένα νέο μεγάλο κεφάλαιο… … Dictionary of Greek
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
ρολόι — Όργανο που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση του χρόνου. Όλες οι μέθοδοι για τη μέτρηση του χρόνου βασίζονται στη χρησιμοποίηση κάποιας κανονικής κίνησης με την οποία η διαφορά χρόνου μετατρέπεται σε διαφορά διαστήματος που διακρίνεται εύκολα. Το… … Dictionary of Greek
αεροναυτική — Σύνολο πειραματικών δεδομένων, τεχνικών εφαρμογών και ποικίλων δραστηριοτήτων, οι οποίες συνδέονται με τις συνθήκες που επιτρέπουν στον άνθρωπο να μετακινείται μέσα στη γήινη ατμόσφαιρα με συσκευές που κατασκευάζονται γι’ αυτό τον σκοπό. Τo… … Dictionary of Greek
Ανταρκτική — Επιστημονική ονομασία της ηπειρωτικής περιοχής που είναι γνωστή κυρίως ως Νότιος Πόλος. Εκτείνεται γύρω από τον Νότιο Πόλο, βρίσκεται ολόκληρη Ν του Νότιου Πολικού Κύκλου και περιβάλλεται από τα νότια τμήματα του Ειρηνικού, του Ινδικού και του… … Dictionary of Greek
Γκότλιμπ, Άντολφ — (Adolph Gottlieb, Νέα Υόρκη 1903 – Νέα Υόρκη 1974). Αμερικανός ζωγράφος. Ο Γ. συγκαταλέγεται στους σημαντικότερους εκπροσώπους του αφηρημένου εξπρεσιονισμού. Ανήκε στα ιδρυτικά μέλη της ομάδας Δέκα, η οποία δημιουργήθηκε το 1935 με σκοπό τη… … Dictionary of Greek